Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008

Η επικαιρότητα του Βυζαντίου: το παράδειγμα της Royal Academy of Arts of London


Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται ένα ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για το Βυζάντιο: την Ιστορία, τη Τέχνη, το Πολιτισμό. Τούτο δεν είναι τυχαίο. Το Βυζάντιο αποτέλεσε σχεδόν για παραπάνω από χίλια χρόνια έναν ζωντανό κράτος σημαίνοντος ενδιαφέροντος. Λέω ζωντανό διότι ακολούθησε κι αυτό με τη σειρά του τη μοίρα όλων των αυτοκρατοριών και πολιτικών συστημάτων. Γεννήθηκε, ήκμασε, ξαναδυνάμωσε, έπεσε. Αλλά το κυριότερο είναι ότι ακόμα και στα στερνά του χρόνια-τουλάχιστον θεωρητικά- εκλαμβάνονταν ως «Οικουμένη». Δεν είναι ακόμη τυχαίο ότι τίτλοι, αυτοκρατορικά τυπικά και πρωτόκολλα αλλά πολύ περισσότερο αυτή η επιλεγόμενη ως «αυτοκρατορική ιδεολογία» μεταλαμπαδεύτηκαν στα Βαλκάνια και στη Ρωσία, με αποτέλεσμα να θεωρήσουν τους εαυτούς τους ως συνέχεια του Βυζαντίου –ονομάζοντας επί παραδείγματι οι Ρώσοι την πρωτεύουσα τους ως «Τρίτη Ρώμη». Βέβαια, το στοιχείο που εργάζονταν πρωταρχικά ώστε το Βυζάντιο από Αυτοκρατορία της Ανατολής να μεταποιηθεί ιδεολογικά σε «Οικουμένη» ήταν η κατοχή της Θρησκευτικής Αλήθειας, καθότι από αυτήν εκπορεύονται όλες οι άλλες αλήθειες της βυζαντινής ιδεολογίας. Ο αυτοκράτορας είναι φιλάνθρωπος, επειδή ο Θεός που εκπροσωπεί είναι ο απόλυτος φιλάνθρωπος φερ’ ειπείν ή ο ίδιος είναι δίκαιος επειδή ο Θεός είναι δίκαιος κ.ο.κ. Η τέχνη του Βυζαντίου πάλι, εκπορεύεται από αυτή την Αλήθεια. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πλάι στα μεγάλα έργα της βυζαντινής τέχνης δεν μπορούν να σταθούν επάξια τα μωσαϊκά του Ιερού Παλατίου ή τα ακριτικά έπη και η ποίηση του Πτωχο-προδρόμου.
Η πτώση του Βυζαντίου το 1453 και η υποδούλωση των Ρωμιών από τον τουρκικό ζυγό ανέδειξε ακριβώς αυτήν τη θρησκευτική πραγματικότητα. Η Ρωμανία έπεσε, ο αυτοκράτορας μαρμαρώθηκε, ο Ελληνισμός άρχισε να ονειρεύεται. Και ακριβώς τότε, η Εκκλησία έτρεξε σα στοργική μάνα να περιμαζέψει τα τέκνα της. Ο ρόλος της ισχυροποιήθηκε. Βέβαια, πολλοί θα είναι αυτοί οι οποίοι θα κατηγορούσαν αυτούς τους λόγους προβάλλοντας επιχειρήματα σε σχέση με την πολιτική χρησιμοποίηση της Εκκλησίας από τους Τούρκους: Η Εκκλησία ουδέποτε υποτάχτηκε στον τουρκικό ζυγό, ωστόσο τήρησε τη χριστιανική αρετή της Διακρίσεως υπό την έννοια ότι προσπάθησε να χειριστεί τις καταστάσεις έτσι ώστε να προστατέψει όλο το Ορθόδοξο πλήρωμα από τη σημερινή Ελλάδα ως τη Ρουμανία- εδάφη που οι Τούρκοι είχαν υποτάξει. Τα «προνόμια» τα οποία παραχώρησε ο Μωάμεθ ο Πορθητής στη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, τα πλήρωσε και τα πληρώνει ακόμη με αίμα (Γρηγόριος ο Ε’, Χρυσόστομος Σμύρνης και οι συν αυτώ κ. α).
Επανερχόμενοι, λοιπόν, στο θέμα μας –μετά την μακροσκελέστατη αυτή παρένθεση- η Τέχνη του Βυζαντίου έδωσε τις βάσεις σε ολόκληρο τον καλλιτεχνικό κόσμο, γαλούχησε γενεές καλλιτεχνών καθώς πρότυπα και τάσεις γρήγορα έγιναν δημοφιλή και πάνω σ’ αυτά στηρίχθηκαν μεγάλοι εικαστικοί καλλιτέχνες που σήμερα θαυμάζονται ως οικουμενικοί. Δεν πρέπει να ξεχνάμε έναν Δομήνικο Θεοτοκόπουλο – τον καλλιτέχνη της χρήσης του λευκού χρώματος, ο οποίος πρώτα στηρίχθηκε στην ελληνική του καταγωγή και στα βυζαντινά του ερεθίσματα. Αλλά πάρα από την τέχνη, η τεχνική της Ιστοριογραφίας ως ιερό κτήμα από τον Θουκυδίδη μεταλαμπαδεύτηκε στον Ευσέβιο Καισαρείας κι από κει στον Μιχαήλ Δούκα, στον Χωνιάτη και στον Νικηφόρο Γρηγορά. Δεν είναι τυχαίο, επίσης, το ενδιαφέρον που έδειξαν ηγεμόνες της Δύσης για την διάδοση και διάσωση των Βυζαντινών κειμένων όπως συνέβη στη Γαλλία και την Πρωσία τον 18ο -19ο αιώνα . (Συγκεκριμένα στη Πρωσία υπό την αιγίδα της Πρωσικής Ακαδημίας Επιστημών εκδόθηκαν 50 τόμοι από το 1828 ως το 1897 οι οποίοι συμπεριλαμβάνουν όσο το δυνατόν περισσότερα κείμενα βυζαντινών συγγραφέων, συλλογή γνωστή ως Corpus Scriptorum Historiae Buzantinae). Και βέβαια, οι βυζαντινές σπουδές συνεχώς ακμάζουν κατά τον 20ο και 21ο αιώνα σε Ευρώπη και Αμερική.
Η σύγχρονη, λοιπόν, Ευρώπη κάνει μια στροφή προς το Βυζάντιο σε ένα ταξίδι αναζήτησης της ταυτότητας της. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι πολλές φορές όταν γίνεται κάποια προσπάθεια επεξήγησης κάποιων ιστορικών γεγονότων της δυτικής Ιστορίας δεν μπορεί να αποφευχθεί η αναφορά στο Βυζάντιο διότι πάντα και δι΄ αυτού, δηλαδή του ευρύτερου πλαισίου της Βυζαντινής Ιστορίας, μπορούν να κατανοηθούν θέσεις και επιλογές του παρελθόντος οι οποίες αποτελούν τη ρίζα των σύγχρονων ευρωπαϊκών κρατών. Μπορεί ακόμη αυτή τη πίστη- την Ορθόδοξη- να τη πρεσβεύουν μονάχα οι Βαλκάνιοι και οι Έλληνες οι οποίοι λόγω ιστορικών συγκυριών έμειναν πίσω οικονομικά, αλλά πάντες οι Ευρωπαίοι δεικνύουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον προς την Ορθοδοξία και τον πνευματικό της πλούτο, πράγμα που διαφαίνεται καλύτερα στα ταξίδια του Οικουμενικού μας Πατριάρχου στην Ευρώπη. Τότε πλήθος λαού συρρέει να τον υποδεχτεί- και όχι απαραίτητα ορθόδοξος- ενώ η παρουσία της Ορθοδοξίας τόσο δια του Πατριάρχου αλλά και άλλων κληρικών σε διεθνή συνέδρια είναι πρωταγωνιστική- για παράδειγμα ο λόγος του Πατριαρχείου σε θέματα Οικολογίας ήδη από τα χρόνια του Μακαριστού Δημητρίου είναι από όλους σεβαστός, αν όχι αναγκαίος… Κάνω αναφορά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο διότι αυτό ως προείπαμε αποτελεί τον απόλυτο συνεχιστή της Βυζαντινής Κληρονομιάς για την διαφύλαξη της οποίας οι κληρικοί μας στη Βασιλεύουσα παλεύουν σε ένα κλίμα εχθρικό- ένα κλίμα που ίσως απειλεί και την ίδια τους τη ζωή ένεκα του θρησκευτικού φανατισμού που χαρακτηρίζει και χαρακτήριζε τουρκικές λαϊκές μάζες.
Αυτή, λοιπόν, τη κληρονομιά που διαφυλάττει επαξίως ο Οικουμενικός Θρόνος και στην οποία προσπίπτουν οι Ευρωπαίοι αδελφοί μας έρχεται να προβληθεί από τις 25 Οκτωβρίου ως τις 22 Μαρτίου του 2009 στις αίθουσες της Royal Academy of Arts υπό τον τίτλο « Byzantium 330-1453». Εκεί θα εκτεθούν όπως πληροφορηθήκαμε από τον διαδικτυακό τόπο της Εκκλησίας της Ελλάδος, σπουδαία έργα Τέχνης που θα καλύπτουν χρονικά όλο το φάσμα της Βυζαντινής Ιστορίας. Σε συνεργασία μεταξύ τους μουσεία και συλλογές της Ελλάδας και του Εξωτερικού προσέφεραν περιοδικά εκθέματα τα οποία θα λειτουργήσουν κατά τον αρτιότερο τρόπο ούτως ώστε να αντιπροσωπευθεί ο Βυζαντινός Πολιτισμός και η Τέχνη του. Και αυτό είναι μονάχα ένα παράδειγμα. Τα τελευταία δέκα χρόνια εκθέσεις και συνέδρια με αποκλειστικό θέμα το Βυζάντιο έχουν λάβει χώρα σε Ευρώπη και Αμερική. Αποδεικνύοντας τη μαγεία του αλλά και τα μηνύματα τα οποία ο Πολιτισμός αυτός δίνει στη σημερινή Οικουμένη. Στη Αρχαία και αχανή Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Pax Romana, έλειπε αυτό που υπήρχε στο Βυζάντιο. Οι επαρχίες εκλαμβάνονταν ως κτήσεις και οι υπήκοοι ως «αμνοί» που προσκυνούσαν τον ρωμαίο αυτοκράτορα ως Θεό και του έστηναν αγάλματα στη μέση της αγοράς. Στο Βυζάντιο δεν συνέβαινε αυτό. Ο οποιοσδήποτε μπορούσε για παράδειγμα να δικασθεί από τον αυτοκράτορα αν το ζητούσε ή ακόμα κάτι περισσότερο: Αυτοκράτορας μπορούσε να γίνει οποιοσδήποτε! Έτσι, με το δημοκρατικό αυτό πνεύμα –σύμφωνα με τα δεδομένα της εποχής- η αυτοκρατορία διοικείτο σε κλίμα ενότητας, σε συνδυασμό πάντα με το απόλυτο Δημοκρατικό Πνεύμα που διέπονταν η Εκκλησία (Οικουμενικές Σύνοδοι, δυνατότητα του οιονδήποτε ανάρρησης στο επισκοπικό αξίωμα σε αντίθεση με τη Δύση της οικογενειοκρατίας…).
Ίσως αυτός είναι ο λόγος που οι περισσότερες των ακαδημαϊκών κοινοτήτων και μουσειακών κύκλων στρέφονται προς το Βυζάντιο και τη Τέχνη του. Εκεί αναζητούν την ταυτότητα της Ειρήνης και της Ενότητας σε ένα κόσμο που τέτοιες έννοιες αμφισβητούνται. Εκεί αναζητείται το πνευματικό καταφύγιο όταν παντού και πάντα σήμερα, κάθε έννοια πνευματική αφήνεται κατά μέρος και η ύλη πρωταγωνιστεί. Έτσι, η στροφή της Ευρώπης προς το Βυζάντιο μοιάζει με ένα ταξίδι στο χρόνο: Οι ιδέες της σημερινής σακατεμένης δημοκρατίας θα ταξιδέψουν στη Πόλη, στη Χαλκηδόνα, την Έφεσο και τη Νίκαια –που μιλούσανε ελληνικά και ‘κάναν το σταυρό τους- με τους πατέρες να συνεδριάζουν για τις αρχές και τα δόγματα της πίστης. Κι από ΄κεί αφού γίνουν μέτοχοι της Ειρήνης του Βυζαντίου και δουν το χυμένο ελληνικό αίμα στις μικρασιάτικες ακτές, θα γυρίσουν στις χώρες τους για να διδάξουν τους λαούς «Πώς από δούλοι, γίνονται Ελεύθεροι».